Σύντομη ιστορική αναδρομή
Ο Knoll (1995) συνοπτικά διακρίνει σε πέντε περιόδους τη μακρά
ιστορία της μεθόδου project:
1.
1590-1765: το ξεκίνημα της μεθόδου
project στις αρχιτεκτονικές σχολές της Ευρώπης
2.
1765-1880: το project ως μία κανονική
μέθοδος διδασκαλίας και η μεταφορά του στην Αμερική
3.
1880-1915: εργασία με projects στην
χειρωνακτική εκπαίδευση και στα γενικά δημόσια σχολεία
4.
1915-1965: Επαναορισμός της μεθόδου project
και μεταφορά της από την Αμερική στην Ευρώπη
5.
1965-μέχρι και σήμερα: Ανακάλυψη εκ νέου
της ιδέας του project και το τρίτο κύμα διεθνούς διάχυσή της.
Ο όρος συναντάται για
πρώτη φορά στην Ιταλία και τη Γαλλία το 17ο και 18ο αι.
αναφερόμενος σε συλλογικές δραστηριότητες φοιτητών της αρχιτεκτονικής
(Κοσσυβάκη, 2003). Τον 19ο αι. στην Αμερική ο πραγματισμός, δίνοντας
προβάδισμα στην πρακτική εφαρμογή είναι λογικό
να συνδέεται με τη μέθοδο αυτή. Εκεί όμως που η μέθοδος αυτή βρίσκει τη θεωρητική
της στήριξη αλλά και την πρακτική της εφαρμογή είναι στο κίνημα της Νέας Αγωγής
του πραγματιστή J.
Dewey
(1859- 1952) στις αρχές του 20ου αι. Ο Dewey μαζί
με τη συζυγό του και πολλούς δασκάλους ανέπτυξε την προσέγγιση αυτή σε μια
περίοδο επτά ετών (1896-1903) στο σχολείο του Πανεπιστημίου του Σικάγο. Η σημασία που δίνει η θεωρία του στη μάθηση
μέσω της πράξης και η δημοκρατικότητα που διαπνέει τις παιδαγωγικές του αρχές,
καθορίζει και την άμεση σύνδεση με τη μέθοδο project. O Dewey αμφισβήτησε την άποψη της εποχής
του ότι η γνώση είναι η κατάκτηση μιας προαιώνιας αλήθειας, γιατί σύμφωνα με τη δική του άποψη η γνώση δεν είναι
απόλυτη, αμετάβλητη και αιώνια αλλά προκύπτει από την δυναμική αλληλεπίδραση
του ανθρώπου με τον κόσμο και συνεχώς προκύπτουν προβλήματα που ο άνθρωπος
καλείται να τα επιλύσει. Η ρεαλιστική θεωρία της γνώσης είναι απόρροια της δικής
του θεωρίας. Όταν ο Dewey
πήγε στο στο Πανεπιστήμιο Columbia,
o
Kilpatrick
(1861-1965) συνεργάτης του Dewey κάνει
γνωστή την προσέγγιση αυτή ως μέθοδο project. Θα προτείνει την εισαγωγή της μεθόδου αυτής ως
μέρος του αναλυτικού προγράμματος στο νηπιαγωγείο για να κατακτήσουν τα παιδιά
βαθύτερη κατανόηση του κόσμου μέσα στον οποίο ζουν. Με την ανάπτυξη της παρατήρησης
και της έρευνας μπορούν να προσεγγίσουν
καλύτερα το περιβάλλον τους. Ο Γρόλλιος (2005), περιγράφοντας αναλυτικά την
ιστορία της μεθόδου,αναφέρει ότι:
Τον Ιούλιο του 1918 στο περιοδικό Teachers College
Record δημοσιεύεται το
άρθρο The Project Method (Kilpatrick,
1918). Η θέση την οποία ο ίδιος υποστηρίζει είναι ότι το πρόγραμμα πρέπει να
θεμελιώνεται στην έννοια «ανασυγκρότηση της εμπειρίας» του Dewey. Σε κάθε σημείο που θεωρείται ως αρχή, ο δάσκαλος
πρέπει να βοηθά τους μαθητές να επιλέξουν ως επόμενη εμπειρία εκείνη που θα
είναι πλούσια για την παρούσα ζωή και – ταυτόχρονα – θα εγκυμονεί υποσχέσεις
για το μέλλον. Όμως, το πλαίσιο της ομιλίας δεν του επιτρέπει μια λεπτομερή
συζήτηση περί κριτηρίων επιλογής των εμπειριών ούτε περί άμεσων στόχων. Επίσης,
εντοπίζει άλλα θέματα προς συζήτηση, όπως η εξασφάλιση επαρκών ικανοτήτων και η
αποφυγή της μονόπλευρης ανάπτυξης. Ωστόσο, το πιο σημαντικό είναι η στροφή της
προσοχής από την ύλη των μαθημάτων στη ζωή, από την αδράνεια στη δυναμική ζωή
και την ανακατασκευή της. Ο Kilpatrick αφιερώνει τον
ακροτελεύτιο λόγο της ομιλίας του στην ηθική και στη θρησκεία, τονίζοντας ότι
βρίσκονται στην καρδιά της διαδικασίας της ζωής. Επομένως, όταν ενδιαφερόμαστε
για τη ζωή ενδιαφερόμαστε γι’ αυτές και το όνομα της μιας ή της άλλης δεν χρειάζεται
να παρουσιάζεται σαν ξεχωριστό στοιχείο στο σχολικό πρόγραμμα (Kilpatrick, 1925).
Με την αυγή του
20ου αι., οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν ήδη εδραιωθεί ως μια παγκόσμια
δύναμη. Η επιρροή τους ήταν αισθητή όχι μόνο στο εμπόριο, αλλά και στην
εκπαίδευση. Όπως παλαιότερα η Ευρώπη, η Αμερική είχε γίνει σημαντικός εξαγωγέας
των καινοτόμων και προοδευτικών εκπαιδευτικών ιδεών. Η μέθοδος project έγινε αντικείμενο συζήτησης στον Καναδά,
την Αργεντινή, τη Βρετανία, τη Γερμανία, την Ινδία, την Αυστραλία. Το επίκεντρο
της συζήτησης, ωστόσο, ήταν στη Ρωσία, όπου, μετά την επανάσταση του 1917, αναζητούνταν
εναλλακτικές εκπαιδευτικές μέθοδοι. Στις αρχές του 1920, η σύζυγος του Λένιν
Κρούπσκαγια χρησιμοποίησε τη μέθοδο project, η οποία
θεωρήθηκε, αργότερα , η μοναδική πραγματικά μαρξιστική και δημοκρατική μέθοδος
διδασκαλίας γιατί αντίθετα με τον αφηρημένο χαρακτήρα της αστικής εκπαίδευσης, η
μέθοδος αυτή στηριζόταν στην παραγωγική εργασία. Ωστόσο το 1931 η Κεντρική
Επιτροπή του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης καταδίκασε ως
απερίσκεπτη τρέλα τη μέθοδο project. Στη Γαλλία η
μέθοδος εκφράζεται μέσω του Cousinet (1881-1973), στη Γερμανία μέσω του
Kerschensteiner (1854-1932) και στην Ελλάδα μέσω του Δελμούζου (1880-1956) και
του Κουντουρά (1839-1940). Στα τέλη του 1960, οι φοιτητές διαμαρτυρόμενοι
ενάντια στον αυταρχισμό και την καταπίεση των ακαδημαϊκών ιδρυμάτων, θεωρούν
ότι τα projects είναι εναλλακτική λύση στις παραδοσιακές
μορφές διδασκαλίας, λόγω της πρακτικής εφαρμογής, της διεπιστημονικότητας και
της κοινωνικής διάστασης τους. Η διάχυση της μεθόδου γίνεται σε ολόκληρη την
Ευρώπη και κυρίως την Μεγάλη Βρετανία, τη Γαλλία, την Σουηδία,τη Νορβηγία, τη
Δανία, το Βέλγιο, την Ολλανδία και την Ιταλία.
Η ιστορική αναδρομή της μεθόδου project δείχνει πόσο αναγκαίο είναι να
ενσωματώνονται οι θέσεις για την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση μέσα σε ένα
συγκεκριμένο ιστορικό πλαίσιο.
Βιβλιογραφία
α. Ξενόγλωσση
Kilpatrick, W. H. (1918). The
project method. Teachers College Record, 19(4),
319-335.
Kilpatrick, W. H. (1925). Foundations of method: Informal talks on
teaching. New
York: MacMillan.
Knoll, M. (1995). The Project Method: Its Origin and International
Influence. In Progressive Education across the Continents. A Handbook, ed.
Volker Lenhart and Hermann Röhrs. New York: Lang.
β. Ελληνόγλωσση
Κοσσυβάκη, Φ., (2003), Εναλλακτική
διδακτική προτάσεις για τη μετάβαση από τη
διδακτική του
αντικειμένου στη διδακτική του ενεργού υποκειμένου , Αθήνα: Guterberg.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου